Τη χειρότερη επίδοση, όπως προκύπτει από την άσκηση, έχει η ιταλική τράπεζα Monte die Paschi, για την οποία διαπιστώθηκαν αρνητικός δείκτης κεφαλαίων 2,44%.
Στις τράπεζες με σχετικά χαμηλά κεφάλαια διαπιστώνεται ότι είναι και η Deutsche Bank, η οποία έχει έναν δείκτη 7,81% που είναι ο δέκατος χαμηλότερος από τις 51 τράπεζες.
Στις τράπεζες με σχετικά χαμηλά κεφάλαια διαπιστώνεται ότι είναι και η Deutsche Bank, η οποία έχει έναν δείκτη 7,81% που είναι ο δέκατος χαμηλότερος από τις 51 τράπεζες.
Στις τράπεζες με τις χειρότερες επιδόσεις κεφαλαιακής επάρκειας συγκαταλέγονται επίσης, η αυστριακή Raiffeisen, η ισπανική Banco Popular και δύο σημαντικές τράπεζες της Ιρλανδίας.
H EBA σημειώνει ότι τα αποτελέσματα για τις επιμέρους τράπεζες διαφέρουν πολύ και θα ενημερώσει τις αρμόδιες εποπτικές αρχές για να κατανοήσουν την αντοχή κάθε μίας τράπεζας σε σοκ, λαμβάνοντας υπόψη τις συγκεκριμένες συνθήκες τους και αξιόπιστες δράσεις των διοικήσεων τους.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) τα αποτελέσματα της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε επίπεδο ΕΕ δείχνουν ότι η ανθεκτικότητα των τραπεζών της ζώνης του ευρώ βελτιώθηκε και οι συνολικές προσδοκίες όσον αφορά το εποπτικό κεφάλαιο θα παραμείνουν σε γενικές γραμμές σταθερές σε σύγκριση με το 2015.
Με μία εξαίρεση, όλες οι τράπεζες εμφανίζουν επίπεδα κεφαλαίου CET1 κατά πολύ υψηλότερα σε σχέση με το όριο αναφοράς 5,5% το οποίο χρησιμοποιήθηκε το 2014 υπό το υποθετικό δυσμενές σενάριο.
Στην άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων, συμμετείχαν 51 τράπεζες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), μεταξύ των οποίων 37 σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που υπόκεινται στην άμεση εποπτεία της ΕΚΤ, τα οποία καλύπτουν το 70% περίπου του ενεργητικού του τραπεζικού τομέα στη ζώνη του ευρώ.
Οι 37 τράπεζες που υπόκεινται στην εποπτεία της ΕΚΤ συμμετείχαν στην άσκηση με μέσο δείκτη κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (Common Equity Tier 1 - CET1) στο 13%, ο οποίος είναι υψηλότερος σε σχέση με τον αντίστοιχο δείκτη 11,2% στο πλαίσιο της προηγούμενης άσκησης του 2014 σε επίπεδο ΕΕ.
Υπό το δυσμενές σενάριο, η μέση μείωση κεφαλαίου ήταν 3,9 ποσοστιαίες μονάδες, δηλαδή υψηλότερη σε σχέση με τις 2,6 ποσοστιαίες μονάδες στο πλαίσιο της άσκησης του 2014. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι για την άσκηση του 2016 χρησιμοποιήθηκε αυστηρότερη μεθοδολογία και δυσμενέστερο σενάριο το οποίο αφορούσε και πάλι ορίζοντα τριετίας και χρησιμοποιούσε στατικούς ισολογισμούς. Χάρη σε υψηλότερα επίπεδα κεφαλαίου και άλλες βελτιώσεις από το 2014 και μετά, ο τελικός μέσος δείκτης CET1 υπό το δυσμενές σενάριο ήταν ωστόσο υψηλότερος στο 9,1%, έναντι 8,6% το 2014.
Με μία εξαίρεση, όλες οι τράπεζες εμφανίζουν επίπεδα κεφαλαίου CET1 κατά πολύ υψηλότερα σε σχέση με το όριο αναφοράς 5,5% το οποίο χρησιμοποιήθηκε το 2014 υπό το υποθετικό δυσμενές σενάριο.
naftemporiki.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου