Στις αρχές Ιουλίου του 2016, σε μια στιγμή που η κρίση στo ιταλικό τραπεζικό σύστημα είχε αρχίσει να δείχνει «τα δόντια» της, ο πρωθυπουργός της χώρας προχώρησε σε μια περίεργη δήλωση. Τουλάχιστον εκ πρώτης όψεως. «Αν αυτό το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων (σσ. των ιταλικών τραπεζών) είναι σημαντικό, τότε το ερώτημα για τα παράγωγα σε άλλες τράπεζες, μεγάλες τράπεζες, είναι εκατό φορές πιο σημαντικό» είχε δηλώσει ο Ματέο Ρέντσι.
H δήλωση του κ. Ρέντσι αποτελούσε μια ευθεία αναφορά στην μεγαλύτερη τράπεζα της Γερμανίας, την Deutsche Bank. Πλήθος αναλυτών εκτιμούσε τότε ότι ο γερμανικός τραπεζικός κολοσσός είχε έκθεση πολλών τρισεκατομμυρίων στην αγορά παραγώγων. Εκείνη την περίοδο, βεβαίως, στο μάτι του κυκλώνα βρισκόταν ο ιταλικός τραπεζικός τομέας, ο οποίος θεωρείτο ως μια «ωρολογιακή βόμβα» στην καρδιά της ευρωζώνης, με 360 δισ. ευρώ σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Πρόκειται για ένα νούμερο που είναι μακράν το μεγαλύτερο στην Ε.Ε.
Και μπορεί ο ιταλός πρωθυπουργός να επεδίωκε την προώθηση ενός σχεδίου κρατικής ενίσχυσης των ιταλικών τραπεζών, συγκεντρώνοντας τα πυρά και τα δηκτικά σχόλια υψηλόβαθμων γερμανών αξιωματούχων που παρέπεμπαν στην οδηγία BRRD (σσ. την οδηγία που προβλέπει bail-in σε περίπτωση που προκύψει ανάγκη ανακεφαλαιοποίησης τραπεζικών ιδρυμάτων), η ιστορία ωστόσο φαίνεται ότι λειτούργησε με μια μεγάλη δόση ειρωνείας, αν όχι πανουργιάς.
Η ελεύθερη πτώση που σημειώνει τους τελευταίους μήνες η μετοχή της Deutsche Bank, εν μέσω ανησυχιών για την κεφαλαιακή της επάρκεια, οδήγησε -σύμφωνα με τη Die Zeit- τη γερμανική κυβέρνηση στην κατάρτιση ενός σχεδίου έκτακτης ανάγκης για τη διάσωσή της. Ένα μάλιστα από τα ακραία σενάρια που φαίνεται πως εξετάζονται περιλαμβάνει ανακεφαλαιοποίηση με συμμετοχή του γερμανικού κράτους κατά 25%.
Αδύναμος κρίκος της ευρωζώνης οι ευρωπαϊκές τράπεζες;
Μολονότι το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών έσπευσε να διαψεύσει το σχετικό δημοσίευμα, οι εξελίξεις προοιωνίζονται ότι οι μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες τείνουν να εξελιχθούν στον «αδύναμο κρίκο» της ευρωζώνης.Ενδεικτικά είναι τα σχόλια του «αφεντικού» της Credit Suisse Tidjane Thiam, ο οποίος ήρθε να προστεθεί στη μεγάλη λίστα των οικονολόγων που προειδοποιούν πως το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα δεν βρίσκεται σε καλή κατάσταση. «Οι ευρωπαϊκές τράπεζες βρίσκονται σε μια πολύ εύθραυστη κατάσταση, με τις μετοχές τους να “χορεύουν” έντονα, στη βάση πολύ λίγων, σχετικά, πληροφοριών» δήλωσε ο Thiam, όπως αναφέρουν οι Financial Times.
Ο επικεφαλής της Credit Suisse προχώρησε ωστόσο ένα βήμα παραπέρα και αναφέρθηκε στο ίδιο το επιχειρηματικό μοντέλο που ακολουθούν τα τραπεζικά ιδρύματα. «Υπάρχει πλέον μια θεμελιώδης αμφιβολία ως προς το εάν ο τομέας διαθέτει ακόμη ένα βιώσιμο επιχειρηματικό μοντέλο», είπε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε: «Πρόκειται για ένα πολύ μεγάλο ερώτημα».
Είχαν προηγηθεί δηλώσεις του Λόρδου Λαμόντ, ο οποίος προειδοποίησε τη Τρίτη ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες αποτελούν τη μεγαλύτερη απειλή για το μέλλον της ΕΕ. «Υπάρχουν πολλές, πάρα πολλές κρίσεις που θα μπορούσαν να είναι πιθανώς πολύ επικίνδυνες για την ΕΕ. Η μεγαλύτερη είναι μια τραπεζική κρίση» τόνισε κατά τη διάρκεια συζήτησης στο Institute of Directors (IoD) Annual Convention. Για να προσθέσει ότι το γερμανικό και το ιταλικό τραπεζικό σύστημα είναι εκείνα που θέτουν τη μεγαλύτερη απειλή.
Για το ζήτημα τοποθετήθηκε εμμέσως και ο επικεφαλής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι τις προηγούμενες ημέρες, τονίζοντας ότι η αιτία για τα περιορισμένα κέρδη του τραπεζικού τομέα δεν είναι η πολιτική των χαμηλών επιτοκίων που ακολουθεί η κεντρική τράπεζα της ευρωζώνης, αλλά το γεγονός ότι υπάρχουν πολλά τραπεζικά ιδρύματα. Μιλώντας σε συνέδριο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Συστημικού Ρίσκου στη Φρανκφούρτη, ο κ. Ντράγκι υποστήριξε ότι ο τραπεζικός τομέας έχει ξεπεράσει τις κεφαλαιαγορές και τόνισε πως ο βασικός παράγοντας για τα χαμηλά επίπεδα κέρδους στον τομέα είναι ο μεγάλος αριθμός των τραπεζών.
Κάτι τρέχει στο Βερολίνο
Αίσθηση προκάλεσε την Τετάρτη δημοσίευμα της γερμανικής Die Zeit, σύμφωνα με το οποίο η γερμανική κυβέρνηση και οι αρμόδιες αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας καταρτίζουν ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης για τη Deutsche Bank. Η τραπεζική ναυαρχίδα της Γερμανίας δέχεται σοβαρές πιέσεις πανταχόθεν τις τελευταίες ημέρες, με τη μετοχή της να έχει χάσει πάνω από 50% από την αρχή του χρόνου.Όπως αναφέρει το δημοσίευμα υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι σε Βερολίνο, Βρυξέλλες και Φρανκφούρτη επεξεργάζονται στην παρούσα φάση το σχετικό σχέδιο έκτακτης ανάγκης. Αυτό θα τεθεί σε ισχύ σε περίπτωση που η Deutsche Bank χρειαστεί επιπρόσθετα κεφάλαια για να επιλύσει τις πολυάριθμες νομικές της διαμάχες και δεν μπορέσει να αντλήσει τα απαιτούμενα κεφάλαια από τις αγορές.
Εντός της γερμανικής κυβέρνησης εκφράζονται φόβοι ότι αυτό μπορεί να συμβεί εάν το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης επιμείνει στην αξίωσή του για την καταβολή προστίμου ύψους 14 δισ. δολαρίων εκ μέρους της γερμανικής τράπεζας για αγοραπωλησίες τοξικών ενυπόθηκων δανείων στις ΗΠΑ, στο διάστημα πριν το ξέσπασμα της κρίσης. Αξίζει να σημειωθεί ότι η τράπεζα διαθέτει «δίχτυ ασφαλείας» μόλις 5,5 δις ευρώ για πιθανές νομικές περιπέτειες. Την ίδια ώρα η χρηματιστηριακή αξία της Deutsche Bank ανέρχεται σε μόλις 14,6 δις ευρώ.
Όπως αναφέρει η Deutsche Welle, τα πιθανά μέτρα που προκρίνονται βάσει του σχεδίου διάσωσης είναι η πώληση μέρους της δραστηριότητας της Deutsche Bank σε άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Σε εξαιρετική περίπτωση θα μπορούσε να υπάρξει και άμεση κρατική παρέμβαση. Μέλη της γερμανικής κυβέρνησης προκρίνουν την ενεργοποίηση του ευρωπαϊκού μηχανισμού που προβλέπεται για την εξυγίανση προβληματικών τραπεζών. Αυτό προϋποθέτει όμως και ένα bail-in, τη διάσωση δηλαδή και εκ των έσω, με τη συμμετοχή των μετόχων και των πελατών της τράπεζας, κάτι που θα οδηγούσε πιθανότατα σε νέα αναταραχή στις χρηματαγορές. Γι΄ αυτό και συζητείται επίσης το ενδεχόμενο συμμετοχής του κράτους ύψους 25%.
Το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών έσπευσε πάντως να διαψεύσει το σχετικό δημοσίευμα το μεσημέρι της Τετάρτης. «Η κυβέρνηση δεν ετοιμάζει κάποιο σχέδιο διάσωσης. Τέτοιου είδους εικασίες δεν έχουν βάση», αναφέρεται στην ανακοίνωση του υπουργείου. Σύμφωνα πάντως με πληροφορίες που επικαλείται η Zeit, η γερμανική κυβέρνηση εξακολουθεί να ελπίζει ότι η τράπεζα θα εξέλθει από την κρίση χωρίς να χρειαστεί βοήθεια.
Από την Deutsche Bank στην Commerzbank;
Εν τω μεταξύ, σταθερά πτωτικά κινείται και η μετοχική αξία της δεύτερης μεγαλύτερης γερμανικής τράπεζας, της Commerzbank. Η τιμή της μετοχής του δεύτερου σε μέγεθος γερμανικού τραπεζικού ομίλου απώλεσε 35% της αξίας της από την αρχή του τρέχοντος έτους, σύμφωνα με όσα αναφέρει η Deutsche Welle.Οι ειδήσεις αυτές έχουν τροφοδοτήσει σενάρια περί επικείμενης αναδιάρθρωσης της τράπεζας, οδήγησαν σε νέα σημαντική πτώση της μετοχής της.
Οπως τονίζει η DW, η τράπεζα σκοπεύει να προβεί σε περικοπή του 20% του προσωπικού της, κάτι που αντιστοιχεί σε περίπου 9.000 στελέχη. Το 2015, η Commerzbank πλήρωσε για πρώτη φορά από το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης μερίσματα στους μετόχους της. Κάτι που, από ό,τι όλα δείχνουν, δεν θα επαναληφθεί.
Οι ιταλικές τράπεζες σε νέες περιπέτειες
Μπορεί το βλέμματα όλων να είναι στραμμένα στο Βερολίνο, ωστόσο και στη Ρώμη οι ιταλικές τράπεζες δεν αποκλείεται να μπουν σε νέες περιπέτειες την επόμενη περίοδο. Αρκεί να σημειωθεί ότι από την αρχή του χρόνου οι μετοχές των ιταλικών τραπεζών έχουν χάσει σχεδόν το μισό της αξίας τους.Σύμφωνα με δημοσίευμα του Reuters, πριν από μερικές ημέρες, το οποίο επικαλείτο τρεις αξιωματούχους της ευρωζώνης, οι ευρωπαϊκές ρυθμιστικές αρχές αναμένουν ότι η ιταλική τράπεζα Monte dei Paschi di Siena θα πρέπει να στραφεί στην κυβέρνηση για στήριξη.
Δύο μήνες αφότου η τράπεζα με έδρα της Σιένα ανακοίνωσε έκτακτο σχέδιο για την άντληση κεφαλαίων 5 δισ. ευρώ, υπάρχουν έντονες ανησυχίες μεταξύ ευρωπαίων αξιωματούχων ότι οι απαιτούμενοι πόροι δεν θα βρεθούν. Σύμφωνα με το Reuters, οι αρχές της ευρωζώνης εξετάζουν κατά πόσον η τράπεζα θα χρειαστεί κρατική ενίσχυση, δεδομένων των πληροφοριών για χαμηλό ενδιαφέρον συμμετοχής στην πρόταση της τράπεζας.
«Υπάρχει σίγουρα ένα ρίσκο εφαρμογής στην άντληση κεφαλαίων» δήλωσε ένας αξιωματούχους. Ο ίδιος πρόσθεσε ότι η αξία της τράπεζας ανέρχεται περίπου στο ένα ένατο του στόχου των 5 δισ. ευρώ, λειτουργώντας αποτρεπτικά για τους επενδυτές.
«Μια προληπτική ανακεφαλαιοποίηση από το ιταλικό κράτος» θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να καλύψει οποιαδήποτε υστέρηση στην άντληση κεφαλαίων από τους ιδιώτες επενδυτές.
Εξελίξεις αναμένονται και στην μεγαλύτερη τράπεζα της Ιταλίας, την UniCredit. Σύμφωνα με τους Financial Times, η UniCredit έθεσε την 13η Δεκεμβρίου ως ημερομηνία που θα ανακοινώσει τα σχέδια της για αύξηση του κεφαλαίου της.
Η ανακοίνωση θα γίνει εννέα ημέρες μετά το κρίσιμο δημοψήφισμα για τη συνταγματική μεταρρύθμιση στη χώρα, ένα δημοψήφισμα που σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές θα κρίνει και το πολιτικό μέλλον του Ματέο Ρέντσι.
thetoc.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου