Στις επενδύσεις πιάσαμε …πάτο το 2016. Η Ελληνική Στατιστική Αρχή κατέγραψε αρνητικό ρεκόρ 20ετίας με το σχετικό μέγεθος να περιορίζεται στα μόλις 20,3 δις. ευρώ από τα 60 δις. ευρώ που επενδύονταν στην Ελλάδα πριν τα μνημόνια.
Έτσι, όταν ο πρωθυπουργός υπόσχεται «αναζωπύρωση» του επενδυτικού ενδιαφέροντος για την Ελλάδα, γνωρίζει ότι η… αφετηρία είναι το 1996 όσον αφορά στο συνολικό μέγεθος της επένδυσης ή το… 1985 αν επικεντρωθούμε στις επενδύσεις στην κατοικία.
Ο πρωθυπουργός ενέταξε τις επενδύσεις στην ρητορική του γνωρίζοντας από το συγκεκριμένο οικονομικό μέγεθος εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό το αν θα επιτευχθεί ο στόχος για ανάπτυξη όχι μόνο το 2017 αλλά και το κρίσιμο 2018. Η ιδιωτική κατανάλωση –η οποία αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 70% του ΑΕΠ- προβλέπεται να αυξηθεί φέτος ελάχιστα: μόλις 1,3% στην καλύτερη περίπτωση καθώς η υπερφορολόγηση και τα χαμηλά εισοδήματα δεν επιτρέπουν μεγαλύτερες μεταβολές.
Από την άλλη, η δημόσια κατανάλωση θα κινηθεί πτωτικά και φέτος και του χρόνου λόγω των μνημονιακών δεσμεύσεων. Τι απομένει; Να αυξηθούν οι επενδύσεις κατά 1 δις. ευρώ φέτος (τουλάχιστον) και κατά 2,3 δις. ευρώ επιπλέον το 2018 προκειμένου η χρονιά να κλείσει με ανάπτυξη 1,8% φέτος και το 2018 να καταγραφεί διόγκωση του ΑΕΠ κατά 2,3%.
Το εγχείρημα δεν θα είναι εύκολο. Παρά τον αισιόδοξο τόνο που θέλησε να δώσει χθες ο πρωθυπουργός, η υλοποίηση των επενδυτικών στόχων προϋποθέτει στροφή στην κυβερνητική πολιτική προκειμένου να προχωρήσουν οι ιδιωτικοποιήσεις.
Για φέτος, ο πήχης είναι στα 1,8 δις. ευρώ ποσό που αναμένεται να συγκεντρωθεί λόγω των μαζεμένων χρημάτων που κατέβαλε η γερμανική Fraport προκειμένου να αναλάβει το management των 14 περιφερειακών αεροδρομίων. Για το 2018 όμως, οι αποκρατικοποιήσεις θα πρέπει να αποφέρουν τουλάχιστον 2,3-2,5 δισ. ευρώ κάτι που σημαίνει ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να ξεπεράσει τον εαυτό της και να προωθήσει την πώληση πακέτων μετοχών του ΟΛΘ, του ΟΤΕ, της ΔΕΗ, να προχωρήσει την μεγάλη επένδυση στο Ελληνικό κλπ.
Τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής αποτυπώνουν με κάθε σαφήνεια την επενδυτική κατάρρευση κατά τη διάρκεια της κρίσης σε όλους τους επιμέρους τομείς.
Στις κατοικίες, οι επενδύσεις ουσιαστικά εκμηδενίστηκαν καθώς το 2016, καταγράφηκε ποσό της τάξεως των 1,142 δις. ευρώ έναντι 25 δις. ευρώ που είχε καταγραφεί το 2007. Επίδοση αντίστοιχη του 2016, δεν συναντάται στα στατιστικά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ ούτε πριν από 30 χρόνια. Στον εξοπλισμό μεταφορών, το 2016 καταγράφηκε χαμηλό στα 2,8 δις. ευρώ από 11,99 δις. ευρώ το 2007. Όσον αφορά στα μεταλλικά προϊόντα και στα μηχανήματα, οι επενδύσεις περιορίστηκαν στα 5,47 δις. ευρώ από 12,326 δις. ευρώ το 2008.
Μόνο 60 άμεσες ξένες επενδύσεις έγιναν μεταξύ 2011-2015 στην Ελλάδα
Προς επίρρωσιν, έρευνα της Ernst & Young (ΕΥ) διαπιστώνει πως παρά την πολύ θετική εικόνα των υπόλοιπων μεσογειακών χωρών της Ε.Ε., η Ελλάδα δε φαίνεται να είναι το ίδιο ελκυστική για τους ξένους επενδυτές, καθώς από τις 10.660 ξένες επενδύσεις της περιόδου 2011 - 2015, μόλις οι 60 πραγματοποιήθηκαν στη χώρα μας.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας η πλειοψηφία των ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα προήλθαν από τις ΗΠΑ (15) και τη Γερμανία (6), ενώ οι κλάδοι με τις περισσότερες επενδύσεις ήταν το λογισμικό (8) και οι επαγγελματικές υπηρεσίες (8).
Οι υπόλοιπες χώρες της Μεσογείου πάνε καλύτερα
Αναλυτικότερα από την έκθεση προκύπτει συγκρατημένη αισιοδοξία για τις προοπτικές των επενδύσεων στις χώρες της Μεσογείου
Συνολικά, ο αριθμός των επενδύσεων στην περιοχή αυξήθηκε οριακά κατά 0,5%, μεταξύ 2011 και 2015. Ωστόσο, η συνολική τους αξία δεν ξεπέρασε τα 771 δισ. δολάρια, καταγράφοντας, ως εκ τούτου, μείωση κατά 6%.
Η τάση αυτή αντικατοπτρίζει τις ευρύτερες ανησυχίες των επενδυτών για την αστάθεια στην περιοχή και τις μακροπρόθεσμες προοπτικές, καθώς η πλειοψηφία των χωρών βίωσε έντονα την οικονομική κρίση, ενώ αρκετές ενεπλάκησαν σε πολιτικές και κοινωνικές αναταράξεις.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ολοκληρωμένες επενδύσεις σε νέες υποδομές (greenfield projects) μειώθηκαν κατά 14%, αντανακλώντας τη διστακτικότητα των επενδυτών να εμπλακούν σε νέα επιχειρηματικά εγχειρήματα. Αντίθετα, αύξηση κατά 27% σημείωσαν οι συγχωνεύσεις και εξαγορές (Σ&Ε).
Πέραν των χαμηλών επιτοκίων, η στροφή προς τις Σ&Ε βασίζεται σε δύο παράγοντες:
Οι περιορισμένες ευκαιρίες οργανικής ανάπτυξης, ιδιαίτερα στους τομείς των καταναλωτικών προϊόντων, της μεταποίησης και των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, που συνολικά αντιπροσωπεύουν το 37% των Σ&Ε στην περιοχή, συμπίεσαν τις αποτιμήσεις των εταιρειών, καθιστώντας τις Σ&Ε μία ελκυστική, αλλά και απαραίτητη επιλογή.
Οι Σ&Ε στον τομέα της τεχνολογίας (14% του συνόλου) ενισχύθηκαν από την ανάγκη πρόσβασης σε νέες αγορές, τεχνολογίες και εφαρμογές.
Ελκυστικές και υποσχόμενες
Σύμφωνα με την ΕΥ, οι μεσογειακές χώρες της Ε.Ε. -Γαλλία, Ελλάδα, Ισπανία, Ιταλία, Κύπρος, Μάλτα και Πορτογαλία- εξακολουθούν να αποτελούν ελκυστικό επενδυτικό προορισμό, καθώς αντιπροσωπεύουν τα 2/3 του ΑΕΠ της Μεσογείου και συνδυάζουν ένα ώριμο θεσμικό πλαίσιο με αυξανόμενους ρυθμούς ανάπτυξης.
Μεταξύ 2011 και 2015 και παρά το γεγονός ότι πολλές εξ αυτών βίωσαν οικονομική κρίση, η πλειοψηφία προσέλκυσε άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ), ύψους 406 δισ. δολαρίων, καταγράφοντας αύξηση κατά 16%. Άλλωστε, το 45% των επενδυτών εκτιμά ότι η ελκυστικότητα της περιοχής θα βελτιωθεί κατά την επόμενη τριετία.
Ευκαιρίες υπό προϋποθέσεις
Ευκαιρίες υπό προϋποθέσεις
Σύμφωνα με τους επενδυτές, που συμμετείχαν στην έρευνα, οι σημαντικότερες ευκαιρίες για επενδύσεις στην περιοχή κατά την επόμενη τριετία εντοπίζονται στις υποδομές (22%), το real estate και τον τουρισμό (19%) και τη βιομηχανία (18%).
Συνολικά, το 32% δηλώνει ότι σκέφτεται να επενδύσει στην περιοχή της Μεσογείου κατά τα επόμενα τρία χρόνια. Ωστόσο, το 95% όσων σκέφτονται να επενδύσουν, έχουν ήδη παρουσία στην περιοχή, αντικατοπτρίζοντας τη δυσκολία των χωρών της περιοχής να προσελκύσουν νέους επενδυτές .
thetoc.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου