Αυτές τις μέρες, η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου διοργανώνει στον κινηματογράφο Έλλη αφιέρωμα, στο πλαίσιο του οποίου προβάλλονται ξανά όλες οι παραγωγές που απέσπασαν τα βραβεία Ίρις καλύτερης ταινίας μυθοπλασίας και τεκμηρίωσης τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια της ύπαρξής της. Αναπόφευκτα, ο επετειακός χαρακτήρας της εκδήλωσης προσφέρεται για αναπλήρωση σινεφιλικών κενών, αλλά και επανεκτίμηση τίτλων που έχουν, ορισμένοι, φτάσει διψήφιο αριθμό ετών από την πρεμιέρα τους. Ανάμεσά τους, σαφώς, ο "Κυνόδοντας" του Γιώργου Λάνθιμου.

Σύμφωνα με το αρχείο του "α", το ημερολόγιο έγραφε 22 Οκτωβρίου 2009 όταν κυκλοφόρησε η ταινία που έμελλε να αλλάξει το ρου του μοντέρνου ελληνικού κινηματογράφου, αλλά και της ζωής του σκηνοθέτη της, αφού σήμερα ο Λάνθιμος βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του χολιγουντιανού σινεμά, έχοντας πετύχει το επώνυμό του να συνεπάγεται με αισθητικό χαρακτηρισμό, κάτι που λίγοι συνάδελφοί του μπορούν να καυχιούνται πως έχουν καταφέρει. Προτού συμβούν όλα αυτά, όμως, η εμφάνιση του "Κυνόδοντα" στις μαρκίζες αποτέλεσε εφαλτήριο για μείζονες μεταβολές στο εγχώριο κινηματογραφικό τοπίο, συντονίστηκε δε με τους κοινωνικούς μετασχηματισμούς που δειλά-δειλά έκαναν την εμφάνισή τους στο δημόσιο χώρο.
Το ρηξικέλευθο σενάριο των Λάνθιμου και Ευθύμη Φιλίππου, το οποίο περιστρέφεται γύρω από δύο γονείς που αναθρέφουν τα τρία παιδιά τους έχοντάς τα εσώκλειστα στο πολυτελές σπίτι τους, έφερε τους πάντες αντιμέτωπους με βαθιά ριζωμένα συμπλέγματα της ανθρώπινης κατάστασης. Τον εθισμό στον έλεγχο, τη χειραγώγηση της πραγματικότητας, τη μανία για υπακοή και κατ’ επέκταση, τη στρεβλότητα της πατριαρχίας και τους σπόρους που γεννούν το φασισμό. Θεματικές που το 2009 άρχισαν να μας αφορούν πιο συλλογικά, την ώρα που η οικονομική κρίση έδειχνε σταδιακά το σκληρό πρόσωπό της, το ακροδεξιό δηλητήριο έβγαινε από το περιθώριο, και ο φρέσκος Δεκέμβριος του ‘08 δέσποζε ως πολύτιμη εξεγερσιακή εναλλακτική. Ο τόπος έβραζε, κοινώς, με τον "Κυνόδοντα", χωρίς να χρειάζεται να "φωνάξει" τις αδιόρατες προθέσεις ή συμβολικές προεκτάσεις του, να επαναφέρει την προσοχή εκεί όπου ξεκινούν όλα: την οικογένεια.

Παρότι δεν επικεντρώνεται σε μονάδες, αλλά σε ζεύγη (γονείς - παιδιά), η ταινία μπορεί να ειδωθεί ως μια ιστορία ολικής αμφισβήτησης και νομοτελειακής ανατροπής. Μάλιστα, αφορμή για το άναμμα του μεταφορικού φυτιλιού για την έναρξης της προσωπικής επανάστασης είναι το ίδιο το σινεμά, όταν ένα από τα αδέρφια έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με τις ταινίες "Rocky", "Τα Σαγόνια του Καρχαρία" και "Flashdance". Υπέροχο κλείσιμο ματιού σε φιλμ που με τον τρόπο τους άλλαξαν, αντίστοιχα, τα δεδομένα. Η τομή, ωστόσο, που πραγματοποίησε ο "Κυνόδοντας" δεν έγκειται εδώ, αλλά στον τρόπο που απογυμνώνει την μικροαστική υποκρισία. Τρομακτικό δεν είναι μόνο πως ένας πατέρας και μια μητέρα διαστρεβλώνουν μια ολόκληρη γλώσσα, μεταξύ άλλων, για να μανιπουλάρουν τα παιδιά τους, όσο επίσης η επίγνωση ότι οι δυο τους θα μπορούσαν να βρίσκονται σε ένα διπλανό διαμέρισμα. Ο χαρακτήρας του Χρήστου Στέργιογλου, ο ηθοποιός σε μια ανατριχιαστική ερμηνεία, είναι ο μόνος που μπορεί να κινείται ελεύθερα και αναμενόμενα, αυτός που συντηρεί το ψευδές προσωπείο μιας κατ’ επίφαση υγιούς οικογένειας. Κανείς ποτέ, δεν αμφισβητεί τα όσα λέει.
Μετά το τέλος της προβολής στην Έλλη, επανήλθαν στο μυαλό μου μερικές ακόμα μνήμες από τα τέλη των ‘00s. Όπως ο σχεδόν "γηπεδικός" τρόπος με τον οποίο παρακολουθήσαμε την έκβαση των 83ων βραβείων Όσκαρ, για να δούμε εάν θα καταφέρει ο "Κυνόδοντας" να αποσπάσει το βραβείο καλύτερης διεθνούς ταινίας. "Έχασε" από το "Ίσως, Αύριο" της Σουζάνε Μπίερ, το οποίο ανάθεμα αν υπάρχει άνθρωπος που το θυμάται (άμα το έχει δει). Για την ιστορία, συνυποψήφια ήταν το "Biutiful" (Αλεχάντρο Γκονζάλες Ιναρίτου) και το "Μέσα από τις Φλόγες" (Ντενί Βιλνέβ), αν είναι δυνατόν δηλαδή… Ή το πώς έγινε ανάρπαστη εφημερίδα μεγάλης κυκλοφορίας που μοίραζε DVD του φιλμ μαζί με το σαββατιάτικο φύλλο της, αποδεικνύοντας το εύρος της επίδρασης που είχε γνωρίσει, αλλά και το πως πια μιλάγαμε για μια ταινία - σταθμό. Ετσι, παρεμπιπτόντως, την είδα κι εγώ για πρώτη φορά, έφηβος, ανακαλύπτοντας ένα διαφορετικό (ελληνικό) σινεμά που αγνοούσα πως έμελλε να με καθορίσει.
https://www.athinorama.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου