Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2021

Ανάλυση: Οι κερδισμένοι και οι χαμένοι στις συνομιλίες Τουρκίας – Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη

 


Γράφει ο Φίλιππος Σαββίδης*

Πάμε πίσω στο περασμένο καλοκαίρι. Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι στο χειρότερο σημείο από το 1996. Οι εμπρηστικές δηλώσεις τούρκων αξιωματούχων είναι σχεδόν καθημερινές, η στρατιωτικοποίηση του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου, με την ανάπτυξη εκατέρωθεν πολεμικών πλοίων και αεροσκαφών και με στρατιωτικές ασκήσεις είναι γεγονός και ο «πόλεμος των Navtex» είναι σε πλήρη εξέλιξη.

Το κυρίαρχο αφήγημα στα δελτία ειδήσεων, στα πρωινά τηλεοπτικά πάνελ και στον Τύπο είναι ότι το «θερμό επεισόδιο» δύσκολα θα αποφευχθεί. Τα «τύμπανα πολέμου» πνίγουν τις πιο ψύχραιμες φωνές. Κάθε εισήγηση για συζήτηση με την Τουρκία χαρακτηρίζεται από αφελής ως και προδοτική. Οι εκτιμήσεις ότι κάτι κακό θα συμβεί μέχρι την αλλαγή σκυτάλης στον Λευκό Οίκο δίνουν και παίρνουν, οι προβλέψεις περί επικείμενων κυρώσεων στην Τουρκία πληθαίνουν και άρα καλύτερα να περιμένουμε, η δε προοπτική για επανάληψη των διερευνητικών συνομιλιών αποκλείεται.

Παρά το κλίμα που επικρατούσε, ο έλληνας Πρωθυπουργός δήλωσε στις 12 Σεπτεμβρίου: «Είμαστε μια χώρα ειρηνική, έτοιμη να συνεργαστεί με όλους τους γείτονές της και με την Τουρκία. Αν αυτή δεν συμφωνεί για το θέμα που αποτελεί τη μείζονα διαφορά μας, την οριοθέτηση Θαλασσίων Ζωνών στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, τότε το Διεθνές Δικαστήριο μπορεί να δώσει τη λύση. Γι’ αυτό επιμένω ότι μόνο ο επίλογος των προκλήσεων μπορεί να γίνει ο πρόλογος των συζητήσεων». Τέσσερις μήνες μετά, οι Κασσάνδρες ευτυχώς διαψεύστηκαν και οι συζητήσεις ξεκίνησαν. Η επανάληψη των διερευνητικών συνομιλιών είναι «η είδηση», όπως εύστοχα σημείωσε χθες το κύριο άρθρο των «ΝΕΩΝ». Επανεκκίνησε μια δύσκολη διαδικασία, η οποία ενδεχομένως να αντιμετωπίσει και εμπλοκές. Ωστόσο, έπειτα από πέντε χρόνια ακινησίας, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις πέρασαν σε μια νέα ελπιδοφόρα φάση.

Τα πρώτα συμπεράσματα

Η «τακτική της κρημνοβασίας», η οποία εφαρμόστηκε από την Τουρκία με τη συμβολή των εκατέρωθεν «γερακιών», απέτυχε. Η ψύχραιμη στάση και ο διεκδικητικός ρεαλισμός του Κυριάκου Μητσοτάκη και της κυβέρνησής του απέτρεψε τα χειρότερα, ενίσχυσε την αξιοπιστία της Αθήνας, οδήγησε στην αποκλιμάκωση και τώρα στις συνομιλίες.

Σε αντίθεση με την πολιτική της ακινησίας, η εφαρμογή ενεργητικής πολιτικής η οποία εδράζεται στον πραγματισμό και συνδυάζει την αποφασιστικότητα με την ευελιξία είχε θετικά αποτελέσματα.

Κέρδισε η ευρωπαϊκή Ελλάδα που λειτουργεί σε συντονισμό με τους εταίρους της αξιοποιώντας αποτελεσματικά την ισχυρή στήριξη της ΕΕ. Ετσι κατάφερε να τοποθετήσει τους δικούς της στόχους και επιδιώξεις στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών στόχων πετυχαίνοντας να διασφαλίσει και να οχυρώσει τα ελληνικά συμφέροντα.

Εχασαν οι εκφραστές της φοβικής Ελλάδας της «εθνικής μοναξιάς» που μένει περιχαρακωμένη μέσα σε ένα οπισθοδρομικό εθνικό αφήγημα. Οσοι, δηλαδή, αντιμετωπίζουν τους εταίρους μας στην Ευρώπη και στην Αμερική με καχυποψία, τους χαρακτηρίζουν ως «φιλότουρκους» και θεωρούν τον διάλογο με την Τουρκία ως «πολιτική κατευνασμού» προτείνοντας, εμμέσως πλην σαφώς, τον πόλεμο ως επιλογή. 

Η επανέναρξη των διερευνητικών συνομιλιών δείχνει ότι η Τουρκία φαίνεται να επιστρέφει στον πραγματισμό. Αυτό ενισχύει τις μετριοπαθείς και φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις. Στέλνει το μήνυμα ότι η Τουρκία θέλει να παραμείνει προσηλωμένη στην Ευρώπη και στη Δύση. Εκτιμήσεις ότι η στάση της Αγκυρας είναι «ανειλικρινής» ή «προσχηματική» είναι πιθανές αλλά πρόωρες. Αυτό θα φανεί μόνο στην πράξη.

Αποδείχτηκε ότι η «τακτική των κυρώσεων» δεν μπορεί να είναι αυτοσκοπός. Οσοι εντός ΕΕ και στην Αθήνα (και στη Λευκωσία) επιμένουν ακόμα σε κυρώσεις απογοητεύτηκαν καθώς οι εξελίξεις πάγωσαν αυτό το ενδεχόμενο.

Η Ελλάδα προχωρά αποδεσμευμένη από τις εξελίξεις στο κυπριακό πρόβλημα. Απέτυχαν όσοι θέλουν την ελληνική εξωτερική πολιτική όμηρο του άλυτου Κυπριακού. Η ελπίδα είναι ότι το θετικό κλίμα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις θα μπολιάσει μια νέα προσπάθεια για επανένωση της Κύπρου.

Ανοίγεται ένα παράθυρο ευκαιρίας έτσι ώστε ΕΕ και Τουρκία να συζητήσουν με ειλικρίνεια και ρεαλισμό τρόπους διεύρυνσης και εμβάθυνσης των ευρωτουρκικών σχέσεων. Παράλληλα, μπορεί να ομαλοποιηθεί μια δύσκολη κατάσταση στο ΝΑΤΟ και να αποφευχθεί εμπλοκή στις σημαντικές νατοϊκές επιχειρήσεις.

Δίνεται μια ευκαιρία στη νέα αμερικανική κυβέρνηση υπό τον Τζο Μπάιντεν να ανασκοπήσει τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις χωρίς την απειλή μιας ελληνοτουρκικής σύρραξης.

Ελλάδα και Τουρκία έχουν κοινό συμφέρον να διατηρήσουν τη δυναμική των διερευνητικών συνομιλιών. Η Αγκυρα, παρότι απρόβλεπτη, δεν έχει λόγο, αυτή τη στιγμή τουλάχιστον, να υπονομεύσει τις συνομιλίες. Η Αθήνα, από την άλλη, δεν έχει να φοβηθεί τίποτα συζητώντας με «την Τουρκία του Ερντογάν». Εάν θα βρεθεί ή όχι ο αμοιβαία αποδεκτός συμβιβασμός θα κριθεί στην πράξη, στο τραπέζι των συνομιλιών.

O Φίλιππος Σαββίδης είναι πολιτικός επιστήμονας/διεθνολόγος

in.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου