Όλο και περισσότεροι Ευρωπαίοι θέλουν να στραφούν σε μια πιο ποιοτική και υγιεινή διατροφή, όλο και λιγότεροι το μπορούν. Αυτό δείχνει πανευρωπαϊκή έρευνα που διενήργησε η ειδικευμένη σε καταναλωτικά ζητήματα εταιρείας Bona Fidé για λογαριασμό της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Γεωργικών Παραγωγών Interfel.
Η έρευνα διενεργήθηκε κυρίως σε νέους στην ηλικία Ευρωπαίους και σε γυναίκες (σε ποσοστά 72% και 70% αντίστοιχα). Και το κεντρικό εύρημα είναι ότι, τουλάχιστον στις πιο μικρές ηλικίες και στις γυναίκες, έχει γίνει συνείδηση η ανάγκη για μια πιο ισορροπημένη και υγιεινή διατροφή με περισσότερα φυτικά προϊόντα και λιγότερα ζωικά λίπη. Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι μετά από την πανδημία και τον πόλεμο στην Ουκρανία οι φυσικές τροφές με μηδενική ή ελάχιστη επεξεργασία και δη τα φρούτα και τα λαχανικά έχουν γίνει είδη πολυτελείας που μόνο οι πολύ ευκατάστατοι μπορούν να απολαύσουν.
«Το 64% των ερωτηθέντων σχεδιάζει να στραφεί σε μια πιο φυτική διατροφή με βάση τα φρούτα, τα λαχανικά και τα δημητριακά», δήλωσε στη «Le Figaro» ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Ερευνών Bona Fidé Σαμιέλ Ζεκιέ. Και τα ποσοστά αυξάνονται από χρόνο σε χρόνο. Στη Γαλλία, για παράδειγμα, το αντίστοιχο ποσοστό αυξήθηκε κατά επτά ποσοστιαίες μονάδες στο 59% συγκριτικά με εκείνο ανάλογης έρευνας που είχε διενεργήσει το 2022 για την Interfel το Ινστιτούτο Ifop.
Η ελληνική εξαίρεση
«Οι Ευρωπαίοι στο σύνολό τους θέλουν να απολαμβάνουν περισσότερα φρούτα και λαχανικά και πολλοί εξ αυτών απέχουν παρασάγγας από την συνιστώμενη από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ημερήσια κατανάλωση των 400 γραμμαρίων ανά άτομο. Οι Γάλλοι, που καταναλώνουν κατά μέσον όρο 321 γραμμάρια ημερησίως, υπολείπονται πολύ των Ελλήνων, που καταναλώνουν 472 γραμμάρια ημερησίως ή και από τους Βέλγους που καταναλώνουν 460 γραμμάρια», σημειώνει η «Le Figaro».
Είναι ενθαρρυντικό που σε μια διεθνή έρευνα η Ελλάδα αναφέρεται ως θετική εξαίρεση και ως μέτρο αναφοράς. Βέβαια πρόκειται για μια μεσογειακή χώρα, όπου δεν είναι μόνο οι διατροφικές συνήθειες (ακόμα) διαφορετικές από τον ευρωπαϊκό Βορρά αλλά και οι τιμές. Μιλάμε για τις απόλυτες τιμές ασφαλώς, διότι αν συνυπολογίσει κανείς την αγοραστική δύναμη Βορείων και Νοτίων, ίσως ο λογαριασμός των εδώδιμων και αποικιακών για τους Νοτιοευρωπαίους να είναι ακόμα πιο αβάσταχτος για την τσέπη τους.
Οι Βέλγοι εν προκειμένω, που καταναλώνουν λίγο λιγότερα φρούτα και λαχανικά από τους Έλληνες, είναι πιο αξιομνημόνευτοι διότι διατροφικά βρίσκονται πολύ κοντά στους Γάλλους. Και μάλιστα στους Γάλλους του Βορρά που δεν γνωρίζουν τι θα πει ελαιόλαδο και εσπεριδοειδή σε αντίθεση με τους συμπατριώτες τους που ζουν κοντά στη ζώνη της Μεσογείου.
Σε ό,τι αφορά τα προϊόντα που καταναλώνουν οι Ευρωπαίοι, η έρευνα του Bona Fidé έδειξε ότι στην κορυφή βρίσκονται τα μήλα και τα αχλάδια, με κατανάλωση 18,4 κιλών ετησίως ανά άτομο. Ακολουθούν τα εσπεριδοειδή με κατανάλωση 15,9 κιλών ετησίως ανά Ευρωπαίο και οι τομάτες με κατανάλωση 11,8 κιλών ετησίως.
Μειώνουν ποσότητα ή/και ποιότητα
Οι Ευρωπαίοι θέλουν να τρώνε περισσότερα φρούτα και λαχανικά, αλλά εκείνο που τους εμποδίζει είναι οι τιμές. Αυτό δηλώνει το 65% των Γάλλων, αλλά και το 49% των Ολλανδών. Η ακρίβεια μάλιστα της περασμένης χρονιάς, που επιμένει στο 15% σε ό,τι αφορά τα τρόφιμα παρά τη μείωση του πληθωρισμού στο 3%, ανάγκασε το 53% των Γάλλων να μειώσουν τους τελευταίους μήνες την κατανάλωση φρούτων και λαχανικών. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τους Ιταλούς και τους Ισπανούς είναι 47% και 42%.
«Η ακρίβεια στην αγορά τροφίμων αναγκάζει τους καταναλωτές να υιοθετούν στρατηγικές προσαρμογής. Άλλοι παραλείπουν γεύματα για να μην ρίξουν την ποιότητα της διατροφής τους, άλλοι κατεβάζουν τον πήχη της ποιότητας αγοράζοτας φθηνότερα προϊόντα, όπως κονσέρβες από εκπτωτικά σούπερ μάρκετ», σημειώνει ο Σαμιέλ Ζεκιέρ, που θυμίζει ότι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συνιστά πέντε μικρογεύματα με φρούτα και λαχανικά την ημέρα.
«Επιδοτήστε την καλή διατροφή»
Για την ενίσχυση των πωλήσεων στον κλάδο των γεωργικών προϊόντων και βεβαίως για την ενίσχυση της δημόσιας υγείας, το 87% των Ευρωπαίων τάσσεται «υπέρ της κατάργησης των φόρων στα φρούτα και τα λαχανικά». Σε κάποιους μπορεί να ακούγεται ουτοπικό το μέτρο, αλλά κάποιες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις το έχουν εφαρμόσει ήδη από πέρυσι.
Το εφαρμόζει η κυβέρνηση της Ισπανίας για παράδειγμα, με πολύ θετικά αποτελέσματα όπως αποδεικνύεται. «Οι Ισπανοί σε ποσοστό 70% πιστεύουν ότι η κατάργηση της φορολόγησης φρούτων και λαχανικών τούς έδωσε τη δυνατότητα να αγοράσουν περισσότερα ή τόσα όσα αγόραζαν και κατανάλωναν πριν την πληθωριστική κρίση», σημειώνει ο επικεφαλής του Ινστιτούτου Bona Fidé.
Αν το 87% υποστηρίζει την κατάργηση κάθε φορολογικής επιβάρυνσης στα φρούτα και τα λαχανικά, ένα επίσης πολύ υψηλό ποσοστό 75% συμφωνεί με την εναλλακτική λύση της καθιέρωσης ενός «επιδόματος υγιεινής διατροφής» στα φτωχότερα νοικοκυριά. Είναι κι αυτό ένα μέτρο που θα αντιστάθμιζε την κάμψη της αγοραστικής δύναμης των πιο ευάλωτων οικονομικά Ευρωπαίων, σύμφωνα με τους ερευνητές.
Η κρατική επιδότηση της υγιεινής διατροφής είναι κάτι που η γαλλική Ένωση Familles Rurales έχει προτείνει ήδη από το 2022, όπως σημειώνει η ρεπόρτερ του «Figaro» Εμά Κονφρέρ. «Είναι ένας τρόπος στοχευμένης βοήθειας που θα βοηθήσει τις οικογένειες με τους πιο περιορισμένους προϋπολογισμούς να μη στερηθούν τρόφιμα που είναι τόσο ωφέλιμα για την υγεία του ανθρώπου», σημειώνει η Familles Rurales.
Η Ένωση αυτή, που στόχο έχει την ενίσχυση των αγροτικών και περιαστικών νοικοκυριών της Γαλλίας, πιστεύει ότι «η επένδυση σε ένα διατροφικό πρόγραμμα που συνδυάζει πρόληψη και βοήθεια για τους πιο ευάλωτους είναι το κλειδί για τον περιορισμό της ανάπτυξης πάρα πολλών παθολογιών που συνδέονται με την κατανάλωση προϊόντων που είναι πολύ λιπαρά, πολύ γλυκά, πολύ αλμυρά».
Αυτό όμως είναι ένα αίτημα που μέχρι στιγμής έχει αφήσει ασυγκίνητη την κυβέρνηση, παρατηρεί η γαλλίδα ρεπόρτερ.
Πηγή: ΟΤ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου