Της Νατάσας Στασινού
Η ύφεση δεν είναι πια μια μακρινή απειλή. Με τεχνικούς όρους έχει ήδη φτάσει στις ΗΠΑ, καθώς το ΑΕΠ της βρέθηκε σε τροχιά συρρίκνωσης επί δύο διαδοχικά τρίμηνα, ενώ πολλοί θεωρούν ότι είναι αναπόφευκτη και στην Ευρωζώνη.
Η συζήτηση για το τι πραγματικά συνιστά ύφεση έχει ανάψει, αλλά αυτό που δεν περίμενε να κανείς να αποτελεί σημείο αντιπαράθεσης είναι το εάν η ύφεση είναι.. καλοδεχούμενη.Κι όμως. Μία μερίδα αναλυτών πιστεύει ότι μία προσωρινή ύφεση είναι αναγκαία προκειμένου να καταπολεμηθεί ο εκρηκτικός πληθωρισμός. Θεωρεί ότι η ακρίβεια είναι πολύ μεγαλύτερο δεινό για νοικοκυριά και επιχειρήσεις από ό,τι μία προσωρινή συρρίκνωση του ΑΕΠ. Ωστόσο αρκετοί είναι που απορρίπτουν αυτή την ιδέα, τονίζοντας πως μία ύφεση είναι πάντα πιο επώδυνη από τον πληθωρισμό. «Η θεραπεία είναι χειρότερη από την ασθένεια» σχολιάζουν σε ανάλυση του CNN.
Η Fed, η EKT και οι άλλες μεγάλες κεντρικές τράπεζες σίγουρα προσπαθούν να αποφύγουν και τα δύο. Ένα ιδανικό σενάριο θα ήταν να πέσει δραστικά ο πληθωρισμός με μία «ομαλή προσγείωση» της ανάπτυξης. Ωστόσο αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποφευχθεί και εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και από άλλους παράγοντες, που δεν βρίσκονται στον έλεγχο των νομισματικών αρχών, όπως για παράδειγμα η εξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία.
Σε άρθρο του o Τζος Μπίβενς, διευθυντής ερευνών στο Economic Policy Institute, επισημαίνει ότι «η ύφεση σημαίνει ότι η οικονομία σου ολόκληρη είναι πιο φτωχή. Ο πληθωρισμός τρώει το εισόδημα των πολιτών και αυτό είναι κακό. Αλλά ένα πράγμα που γνωρίζουμε πολύ καλά είναι πως οι υφέσεις οδηγούν πολύ χαμηλότερα τους μισθούς από ό,τι ο πληθωρισμός».
Κάποιοι ωστόσο πιστεύουν πως η ακρίβεια λειτουργεί πολύ χειρότερα, γιατί διαβρώνει το καταναλωτικό και επιχειρηματικό κλίμα και όσο δεν πολεμάται τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες να οδηγήσει τελικά σε βαθύτερη ύφεση σε δεύτερο χρόνο. Σημειώνουν δε πως αν και σε καμία περίπτωση μία προσωρινή ύφεση (ως όπλο για τον πληθωρισμό) δεν είναι ιδανική, δεν είναι και καταστροφική. Αντιθέτως μπορεί να ειναι και υγιής. Επικαλούνται δε τα όσα έζησαν οι ΗΠΑ τη δεκαετία του 1970 με τον πληθωρισμό να αφήνεται να μένει σε υψηλά επίπεδα επί χρόνια και τελικά να κορυφώνεται στο 14% το 1980. Τότε η Fed αναγκάστηκε σε διαδοχικές επώδυνες αυξήσεις επιτοκίων που τελικά οδήγησαν σε διπλή ύφεση.
Μεγάλοι επενδυτικοί οίκοι προειδοποιούσαν εδώ και μήνες για τον κίνδυνο στασιμοπληθωρισμού και πολλές περιοχές του πλανήτη, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωζώνης, βιώνουν ουσιαστικά το φαινόμενο αυτό τους τελευταίους μήνες. Πλέον η Citi ανεβάζει τις πιθανότητες για μία παγκόσμια ύφεση στο 50%.
Τι είναι η ύφεση
Το να ορίσει κανείς τι συνιστά παγκόσμια ύφεση δεν είναι εύκολη υπόθεση. Για τις μεμονωμένες χώρες τα πράγματα είναι πιο απλά. Ως «τεχνική ύφεση» ορίζεται η κατάσταση στην οποία το ΑΕΠ βιώνει δύο διαδοχικά τρίμηνα συρρίκνωσης. Το Εθνικό Γραφείο Οικονομικών Ερευνών των ΗΠΑ (NBER) χρησιμοποιεί έναν πιο ευέλικτο ορισμό, ορίζοντας την ύφεση ως «ουσιαστική πτώση στην οικονομική δραστηριότητα, που εκτείνεται σε όλους τους τομείς της οικονομίας και διαρκεί περισσότερο από λίγους μήνες».
Το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα θεωρούν ότι έχουμε παγκόσμια ύφεση σε ένα έτος, κατά το οποίο ο μέσος πολίτης παγκοσμίως βλέπει το πραγματικό του εισόδημα να μειώνεται σημαντικά. Άλλοι διεθνείς οργανισμοί θεωρούν ότι η παγκόσμια οικονομία παγιδεύεται σε ύφεση, όταν πολλές μεγάλες οικονομίες συρρικνώνονται ταυτόχρονα, ακόμη και αν στο σύνολό του το παγκόσμιο ΑΕΠ μεγεθυνθεί χάρη στην ανάπτυξη λίγων (αλλά πάντως όχι περισσότερο από 3% με 3,5%).
Είναι κοινά αποδεκτό ότι μεταπολεμικά είχαμε τουλάχιστον πέντε περιπτώσεις παγκόσμιας ύφεσης: το 1975, το 1982, το 1991, το 2009 και το 2020. Σύμφωνα με το ΔΝΤ οι υφέσεις τείνουν να διαρκούν για περίπου έναν χρόνο. Τα δεδομένα του NBER στηρίζουν τη διαπίστωση αυτή: Από το 1945 έως το 2009 η μέση ύφεση είχε διάρκεια 11 μηνών. Να σημειωθεί ότι οι υφέσεις προκαλούν περαιτέρω αιμορραγία στις αγορές. Η κάθε βουτιά στο ΑΕΠ έχει πυροδοτήσει κατά μέσο όρο απώλειες 24% για τον S&P 500, τον πλέον αντιπροσωπευτικό δείκτη των αμερικανικών μετοχών.
Με πληροφορίες από CNN, IMF Blog
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου