Ήταν σαν σήμερα, 26 Μαρτίου 2000, που ο Βλαντίμιρ Πούτιν γιόρταζε την πρώτη του εκλογή ως προέδρου της Ρωσίας. Οι εκλογές ήταν «σχετικά ελεύθερες και δίκαιες», σύμφωνα με αποχαρακτηρισμένο μήνυμα της αμερικανικής πρεσβείας στη Μόσχα.
Το μήνυμα είναι μεταξύ των εγγράφων για τις προεδρικές εκλογές του 2000 που αποχαρακτηρίστηκαν και έχει δημοσιεύσει το National Security Archive του Πανεπιστημίου George Washington. Συντάχθηκε από τον τότε πρέσβη των ΗΠΑ Τζέιμς Κόλινς και τους αξιωματούχους της πρεσβείας Τζον Όρντγουεϊ και Τζορτζ Κρολ.
Μεταξύ άλλων, αναφέρει πολλαπλές συνομιλίες με ειδικούς στη Μόσχα, συζητήσεις με Ρώσους δημοσκόπους δύο εβδομάδες πριν από τις εκλογές και μαρτυρίες σχεδόν 70 υπαλλήλων της πρεσβείας και του προξενείου που παρακολούθησαν τη διαδικασία σε 19 διαφορετικές περιοχές της Ρωσίας.
Ο ανεξάρτητος Πούτιν έλαβε σχεδόν το 53% των ψήφων τον Μάρτιο του 2000, έναντι 29% του υποψηφίου του Κομμουνιστικού Κόμματος, Γκενάντι Ζιουγκάνοφ, εξασφαλίζοντας έτσι τη νίκη χωρίς δεύτερο γύρο. Ο Ζιουγκάνοφ είχε συγκεντρώσει 40% στις προεδρικές εκλογές του 1996 απέναντι στον Μπόρις Γέλτσιν, ο οποίος είχε διορίσει τον Πούτιν πρωθυπουργό τον Αύγουστο του 1999 και στη συνέχεια υπηρεσιακό πρόεδρο την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 2000.
Η παραίτηση του Γέλτσιν είχε προκαλέσει σοκ και ο διάδοχος που όρισε ήταν ένας εν πολλοίς άγνωστος πρώην πράκτορας της KGB. Αυτό άλλαξε πολύ γρήγορα. Μέχρι το τέλος του 1999, όταν ανέλαβε υπηρεσιακός πρόεδρος, είχε κερδίσει τη δημοτικότητα. Ήταν σαφές ότι ο 47χρονος Πούτιν ήταν ένας άνθρωπος που του άρεσε να φαίνεται σκληρός (προέβαλε τη μαύρη ζώνη στο τζούντο) αλλά και να μιλάει σκληρά με δηλώσεις όπως το να αποκαλεί τους παραβάτες του νόμου «αρουραίους που πρέπει να συνθλιβούν». Το 2001, το BBC είχε μιλήσει με τον παλιό προπονητή του Πούτιν στο τζούντο. Εκείνος περιέγραφε τον μαθητή του ως έναν σταρ που θα μπορούσε να μπει στην Ολυμπιακή ομάδα. Ο Ανατόλι Ράχλιν εξηγούσε μάλιστα ότι ο Πούτιν ήταν πάντα αποφασισμένος να νικά, «αν όχι με ωμή βία, σίγουρα ξεγελώντας τους αντιπάλους του».

Ένας δημοφιλής ηγέτης
Η ανάλυση της αμερικανικής πρεσβείας κατέληγε στο συμπέρασμα ότι ο Πούτιν το 2020 ήταν πραγματικά δημοφιλής ηγέτης, με «εντυπωσιακή» αύξηση της αποδοχής του το φθινόπωρο του 1999 χάρη στους ακόλουθους λόγους:Σκληρή αντιμετώπιση των Τσετσένων τρομοκρατών που είχαν εισβάλει στο γειτονικό Νταγκεστάν και φέρονταν να είχαν βομβαρδίσει πολυκατοικίες στη Μόσχα και αλλού
Νεανική και δυναμική εικόνα σε σύγκριση με τον καταβεβλημένο και αποδυναμωμένο Γέλτσιν
Αυξήσεις στις συντάξεις που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, όταν ορίστηκε πρωθυπουργός.
Τα μηνύματα της πρεσβείας περιέγραφαν μια εκλογική διαδικασία που, αν και ανταγωνιστική, έτεινε να ευνοεί τον υπηρεσιακό πρόεδρο. Αδιάκοπη τηλεοπτική κάλυψη κάθε δραστηριότητας του Πούτιν ενώ ο ίδιος απέφευγε τις προεκλογικές συζητήσεις, ενώ τα κρατικά ΜΜΕ επιτίθεντο σε πιθανούς αντιπάλους ώστε να τους αποτρέψουν από το να θέσουν υποψηφιότητα. Παρ’ όλα αυτά, η πρεσβεία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η υποστήριξη του Πούτιν από τον ρωσικό λαό ήταν αυθεντική.
Πρωθυπουργικό πόκερ
Ένα από τα βασικά ζητήματα που επισκίασαν τις εκλογές του Μαρτίου 2000 ήταν τα γεγονότα που εκτυλίχθηκαν από τον Αύγουστο έως τον Δεκέμβριο του 1999 και ανέδειξαν τον Πούτιν από δευτερεύοντα ρόλο στη διοίκηση, τις υπηρεσίες πληροφοριών και το Συμβούλιο Ασφαλείας, σε βέβαιο νικητή των εκλογών. Τον Αύγουστο, ο Γέλτσιν επέλεξε τον Πούτιν ως τον τέταρτο πρωθυπουργό του μέσα σε 17 μήνες. Στα απομνημονεύματά του, ο Γέλτσιν χαρακτήρισε αυτή τη διαδικασία «πρωθυπουργικό πόκερ», όπου το μεγαλύτερο αμάρτημα ήταν να γίνει κανείς πιο δημοφιλής από τον ίδιο τον Γέλτσιν. Εκείνη την εποχή, τα ποσοστά αποδοχής του Πούτιν δεν ξεπερνούσαν το 2%, σύμφωνα με τη στρογγυλή τράπεζα δημοσκόπων που περιγράφεται σε μήνυμα της πρεσβείας.
Όμως, η εισβολή των Τσετσένων στο Νταγκεστάν τον Αύγουστο και η σειρά εκρήξεων σε πολυκατοικίες τον Σεπτέμβριο προκάλεσαν τη σφοδρή αντίδραση του νέου πρωθυπουργού, με μαζικούς αεροπορικούς βομβαρδισμούς στην Τσετσενία και την ανάπτυξη δεκάδων χιλιάδων Ρώσων στρατιωτών σε μια εκστρατεία καμένης γης, συνοδευόμενη από ένα κύμα πατριωτικής υποστήριξης προς τον Πούτιν.
Η συμβουλή του Κλίντον
Τον Νοέμβριο του 1999, ο Πούτιν συναντήθηκε με τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον κατά τη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής για την Ειρήνη στη Μέση Ανατολή στο Όσλο και υπερασπίστηκε τον πόλεμο της Ρωσίας στην Τσετσενία απέναντι στην κριτική του Κλίντον για τις απώλειες αμάχων. Ο Κλίντον, αντιλαμβανόμενος τη σημασία της σύγκρουσης για τις εκλογικές προοπτικές του Πούτιν, του έδωσε μια πολιτική συμβουλή: «Αυτή η σύγκρουση μπορεί να σου αποφέρει πολιτικά οφέλη στο εσωτερικό, αλλά διεθνώς η κριτική αυξάνεται. Από την εμπειρία μου, η πολιτική και η πραγματικότητα τελικά ευθυγραμμίζονται, και πρέπει να το έχεις υπόψη σου».
Το αρχείο της πρεσβείας περιλαμβάνει επίσης μια διορατική ανάλυση των οικονομικών απόψεων του Πούτιν, καθώς και την παρατήρηση ότι «επωφελείται από την αδιάκοπη τηλεοπτική κάλυψη που συνοδεύει κάθε του κίνηση».
Την επόμενη ημέρα, στις 27 Μαρτίου, ο πρόεδρος Κλίντον τηλεφώνησε στον Πούτιν για να τον συγχαρεί, αποκαλώντας τη νίκη του «ιστορικό ορόσημο για τη Ρωσία».
Το τελικό έγγραφο της σειράς αναφορών και σχολίων της αμερικανικής πρεσβείας για τις ρωσικές εκλογές του Μαρτίου 2000 ήρθε σχεδόν ένα χρόνο αργότερα, με τον τίτλο: «Οι Ρώσοι συνεχίζουν να συσπειρώνονται γύρω από τον Πούτιν. Αλλά πόσο βαθιά είναι η αγάπη τους;».
Η πρεσβεία σχολίαζε ότι ο Πούτιν «έχει εστιάσει επιδέξια στο καίριο ζήτημα της καταβολής συντάξεων και μισθών, καθώς και στην αποκατάσταση της ισχύος και του σεβασμού προς την ηγεσία της Ρωσίας». Ο Πούτιν παρέμενε ο «βασιλιάς των δημοσκοπήσεων στη χώρα του» και, δεδομένου του «πολύ αδύναμου πεδίου πολιτικών αντιπάλων», ήταν, στην πραγματικότητα, «ένας Κολοσσός σε μια Χώρα Νάνων».
naftemporiki.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου