Μιχάλης Ψύλος
Τον Ιανουάριο του 2010 ισραηλινοί πράκτορες κατέλυσαν σε ένα πολυτελές ξενοδοχείο στο Ντουμπάι: στόχος τους ήταν ο Μαχμούντ αλ Μαμπχού, προμηθευτής όπλων στη Χαμάς.
Στην αποστολή συμμετείχαν 27 στελέχη της μυστικής υπηρεσίας της Μοσάντ, που παρίσταναν τους τουρίστες ή μέλη μιας ομάδας τένις. Έφτασαν στο Ντουμπάι από διάφορα ευρωπαϊκά αεροδρόμια, χρησιμοποιώντας πλαστά διαβατήρια.
Ο Μαμπχού βρέθηκε νεκρός στο δωμάτιό του, αφού οι πράκτορες χρησιμοποίησαν ένα παραλυτικό φάρμακο και το σώμα του αφέθηκε να ανακαλυφθεί από το προσωπικό του ξενοδοχείου την επόμενη μέρα. Οι δολοφόνοι του Μαμπχού, παρεμπιπτόντως, μπόρεσαν να κλειδώσουν την πόρτα του ξενοδοχείου του από μέσα πριν φύγουν.
Οι κάμερες ασφαλείας του ξενοδοχείου κατέγραψαν όμως τους πράκτορες να αλλάζουν μεταμφιέσεις τους και η δολοφονία εξέθεσε τη Μοσάντ σε παγκόσμιο επίπεδο και εξόργισε τις αρχές των Εμιράτων, που είχαν μέχρι τότε ένα ιστορικό αθόρυβης συνεργασίας με το Ισραήλ.
«Οι περιστασιακές γκάφες έχουν ενισχύσει μόνο την επιθετική και ανελέητη φήμη της Μοσάντ», γράφει ο Ρόνεν Μπέργκμαν στο βιβλίο «Rise and Kill First: The Secret History of Israel’s Targeted Assassinations».
«Δεν είναι κακό όταν ο στόχος της αποτροπής είναι εξίσου σημαντικός με τον στόχο της πρόληψης συγκεκριμένων εχθρικών πράξεων», τονίζει ο Μπέργκμαν στο βιβλίο του, που ήρθε στο φως της δημοσιότητας μετά τις δολοφονίες του πολιτικού ηγέτη της Χαμάς, Ισμαήλ Χανίγια, και του στρατιωτικού διοικητή της Χεζμπολλάχ, Φουάντ Σουκρ.
Ο τίτλος του βιβλίου προέρχεται από το Ταλμούδ: «Αν κάποιος έρθει να σας σκοτώσει, σηκωθείτε και σκοτώστε τον πρώτα». Αυτή είναι μια δολοφονία που ορίζεται ως αυτοάμυνα. Στις 750 σελίδες του βιβλίου, ο Ρόνεν Μπέργκμαν, ένας από τους κορυφαίους ερευνητές δημοσιογράφους του Ισραήλ, δείχνει όμως ότι τα κίνητρα δεν είναι πάντα τόσο σωστά και ξεκάθαρα: «Από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το Ισραήλ έχει δολοφονήσει περισσότερους ανθρώπους από οποιαδήποτε άλλη χώρα στον δυτικό κόσμο». Εξηγεί ότι δεν υπάρχει επίσημη πρόσβαση σε έγγραφα από το τμήμα στρατιωτικών πληροφοριών του Ισραήλ, τη Μοσάντ ή την υπηρεσία εσωτερικής ασφαλείας Shin Bet. Αλλά έχει ξεκάθαρα αξιοσημείωτη πρόσβαση, επικαλούμενος εσωτερικούς λογαριασμούς επιχειρήσεων.
Ο Μπέργκμαν παραθέτει εσωτερικές μαρτυρίες και δεκάδες συνεντεύξεις με πρώην επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών, πράκτορες, ακόμη και εκτελεστές, για φόνους που διαπράχθηκαν από τις υπηρεσίες πληροφοριών του Ισραήλ. Μεγάλο μέρος των πληροφοριών του Ρόνεν Μπέργκμαν αμφισβητείται. Τα ηθικά προβλήματα είναι, άλλωστε, τεράστια.
Ο Ρόνεν Μπέργκμαν το ξέρει αυτό. Από την έκδοσή του “Rise and Kill First” κατηγορήθηκε για «επιβαρυμένη κατασκοπεία».
Σύμφωνα με τον Μπέργκμαν, «Παλαιστίνιοι στη Δυτική Όχθη και τη Γάζα ήταν τα κύρια θύματα, αλλά και στελέχη της Χεζμπολάχ, Σύροι αξιωματούχοι και οι Ιρανοί πυρηνικοί επιστήμονες – όλοι μέλη του “άξονα της αντίστασης”».
Ιστορίες δεκάδων χρόνων
Συνδυάζοντας ιστορία και ερευνητικό ρεπορτάζ, ο Μπέργκμαν δεν παραβλέπει ποτέ τα ηθικά ερωτήματα που προκύπτουν.
Πριν την ίδρυση του Ισραήλ το 1948, τα σιωνιστικά υπόγεια κινήματα χρησιμοποίησαν αυτό που αποκαλούσαν «προσωπικό τρόμο» – μια εκστρατεία δολοφονιών – εναντίον των Βρετανών, που έλεγχαν την Παλαιστίνη και περιόριζαν τη μετανάστευση των Εβραίων, που προσπαθούσαν να φύγουν από την Ευρώπη.
«Ήμασταν πολύ απασχολημένοι και πεινασμένοι για να σκεφτούμε τους Βρετανούς και τις οικογένειές τους», είπε ένας εκτελεστής της εποχής, στον Μπέργκμαν, αφηγούμενος πώς πυροβόλησε έναν βρετανό αξιωματικό σε έναν δρόμο της Ιερουσαλήμ το 1944. «Δεν ένιωσα τίποτα, ούτε καν ένα μικρό τσίμπημα ενοχής. Πιστεύαμε ότι όσο περισσότερα φέρετρα έφταναν στο Λονδίνο, τόσο πιο κοντά θα ήταν η μέρα της ελευθερίας».
Ειδικά, όταν ένα κράτος, που ιδρύθηκε ως καταφύγιο για έναν λαό χωρίς πατρίδα, που έγινε στόχος του Ολοκαυτώματος, αποφασίζει ότι πρέπει να σκοτώσει για να επιβιώσει.
Οι ιστορίες του Μπέργκμαν χρονολογούνται και από τις πρώτες μέρες της ίδρυσης του Ισραήλ, όταν στη μεταπολεμική Ευρώπη δολοφονήθηκαν αρκετοί Ναζί. Το Ολοκαύτωμα, γράφει ο Μπέργκμαν, ενίσχυσε την αίσθηση ότι η χώρα και ο λαός της «θα κινδύνευαν διαρκώς με αφανισμό».
Ο Μέιρ Νταγκαν, που ηγήθηκε της Μοσάντ από το 2002 έως το 2011, κρατούσε στο γραφείο του μια φωτογραφία ενός γενειοφόρου άνδρα με σάλι προσευχής, γονατιστού μπροστά σε στρατιώτες των Ναζί. Κάθε φορά που στελέχη της Μοσάντ επρόκειτο να εκτελέσουν μια ιδιαίτερα ευαίσθητη αποστολή, τους καλούσε στο γραφείο του και τους εξηγούσε ότι ο εικονιζόμενος στη φωτογραφία ήταν ο παππούς του, λίγο πριν τον δολοφονήσουν οι Ναζί. «Οι περισσότεροι Εβραίοι στο Ολοκαύτωμα πέθαναν χωρίς να πολεμήσουν», είπε ο Ντάγκαν στον Μπέργκμαν. «Δεν πρέπει ποτέ να φτάσουμε ξανά σε αυτή την κατάσταση, γονατιστοί, χωρίς την ικανότητα να παλέψουμε για τη ζωή μας».
Αργότερα έγιναν στόχος της Μοσάντ και Γερμανοί επιστήμονες που κατασκεύασαν πυραύλους για την Αίγυπτο του Νάσερ.
Οι ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες παρακολουθούσαν επίσης τη νεοσυσταθείσα Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO), στη δεκαετία του ‘60.
Υπάρχουν πληροφορίες για τον «πόλεμο κατά των τρομοκρατών» της δεκαετίας του 1970, που προκάλεσαν και τη σφαγή στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου και την εξάλειψη Παλαιστινίων, εμπλεκόμενων στην τρομοκρατία.
Ο Μπέργκμαν αποκαλύπτει επίσης ότι έξι Ιρανοί πυρηνικοί επιστήμονες σκοτώθηκαν από ομάδες ιρανικής αντιπολίτευσης που εργάζονταν για τη Μοσάντ.
Εσφαλμένο δόγμα
Ο Μπέργκμαν υποστηρίζει πάντως ότι η εξωφρενική ικανότητα του Ισραήλ για παράνομες δολοφονίες οδήγησε τη χώρα να βασιστεί σε ένα εσφαλμένο δόγμα. Καθώς ορισμένες περίπλοκες στρατηγικές και πολιτικές ανησυχίες θεωρήθηκαν ως προβλήματα που θα μπορούσε να διορθώσει μια δολοφονία. Ο Μπέργκμαν υποστηρίζει ότι η δολοφονία ορισμένων μαχητών – μεταξύ αυτών ο Χαλίλ αλ-Βαζίρ, γνωστός ως Αμπού Τζιχάντ, το 1988 – οδήγησε σε πιο ακραίες θέσεις τους Παλαιστίνιους και απομάκρυνε έτσι την εξεύρεση μιας βιώσιμης λύσης για το Παλαιστινιακό. Πριν τη δολοφονία αυτή, η PLO προχωρούσε ρεαλιστικά προς την αναγνώριση του Ισραήλ.
«Όπως θα μάθαινε επανειλημμένα το Ισραήλ», γράφει ο Μπέργκμαν, «είναι πολύ δύσκολο να προβλέψουμε πώς θα προχωρήσει η ιστορία, αφού κάποιος πυροβοληθεί στο κεφάλι».
Είναι επίσης δύσκολο να προβλεφθεί πώς θα εξελιχθεί μια επιχείρηση. Ο Μπέργκμαν αφηγείται μια σειρά αποστολών που πήγαν πολύ στραβά, συμπεριλαμβανομένης μιας με έναν παγιδευμένο σκύλο που έφυγε τρέχοντας (μόνο για να ανακαλυφθεί αργότερα από τη Χεζμπολάχ) και ένα σχέδιο «να υπνωτιστεί ένας Παλαιστίνιος κρατούμενος για να γίνει εκτελεστής της Μοσάντ. Αφού οπλίστηκε και στάλθηκε στην αποστολή του, ο άνδρας παραδόθηκε αμέσως στην παλαιστινιακή αστυνομία και είπε ότι οι Ισραηλινοί προσπάθησαν να του κάνουν πλύση εγκεφάλου.
Το Ισραήλ πρωτοστάτησε επίσης στη θανατηφόρα χρήση μη επανδρωμένων αεροσκαφών σκοτώνοντας έναν ηγέτη της Χεζμπολάχ το 1992.
Ο Γιάιχα Αγιάς, ο οποίος εκπαίδευε Παλαιστίνιους βομβιστές αυτοκτονίας, σκοτώθηκε από εκρηκτικό μηχανισμό που είχε τοποθετηθεί στο κινητό του τηλέφωνο.
Η εξάλειψη των εχθρών, ωστόσο, όπως καταδεικνύει ο συγγραφέας, μπορεί να έχει μειονεκτήματα. Διατυπώθηκαν για παράδειγμα, αμφιβολίες για τη δολοφονία το 2006 του τότε ηγέτη της Χαμάς, Σεΐχη Αχμέντ Γιασίν, επειδή από τότε ενισχύθηκε ο ρόλος του Ιράν μεταξύ των Παλαιστινίων.
Ο θάνατος του Αραφάτ το 2004, κατά τη διάρκεια της δεύτερης Ιντιφάντα, πυροδότησε επίσης φήμες και εικασίες για δηλητηρίασή του.
Ο «εμπρηστής» Σαρόν
Ο πρώην πρωθυπουργός του Ισραήλ, Αριέλ Σαρόν, εμφανίζεται συνεχώς στο βιβλίο – πρώτα ως διοικητής του στρατού, μετά ως υπουργός Άμυνας και τελικά ως πρωθυπουργός.
Ο Μπέργκμαν περιγράφει τον Σαρόν ως «εμπρηστή», λέγοντας ότι η εμμονή του με τη δολοφονία του προέδρου της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, Γιάσερ Αραφάτ, άγγιζε τα όρια της μονομανίας. Στο κυνήγι του για τον Αραφάτ, ο Σαρόν παραλίγο να βάλει τη Μοσάντ να καταρρίψει ένα αεροπλάνο με 30 τραυματισμένα παλαιστινιάκια κατά λάθος, υποστηρίζοντας ότι επέβαινε και ο Αραφάτ. Ευτυχώς, την ύστατη στιγμή ανακαλύφθηκε ότι στο αεροσκάφος ήταν ο γιατρός – αδελφός του Αραφάτ και η κατάρριψη ματαιώθηκε. Αλλά ακόμη κι αν στο αεροσκάφος επέβαινε ο Αραφάτ, αυτό θα ισοδυναμούσε με «εσκεμμένο έγκλημα πολέμου», γράφει ο Μπέργκμαν.
Αλλά ο Σαρόν ήταν μόνο ένας άνθρωπος και σήμερα υπάρχει ένα μεγαλύτερο θεσμικό πρόβλημα που εντοπίζει ο Μπέργκμαν, που έχει να κάνει με το ότι ο μηχανισμός ασφαλείας του Ισραήλ γίνεται όλο και πιο προηγμένος τεχνολογικά και ανελέητα αποτελεσματικός. Αντί να χρειάζονται μήνες ή χρόνια για να σχεδιάσουν μια μόνο δολοφονία, η Μοσάντ και
η Shin Bet, είναι πλέον σε θέση να σχεδιάζουν τέσσερις ή πέντε «αναχαιτίσεις» την ημέρα.
«Συνηθίζεις να σκοτώνεις. Η ανθρώπινη ζωή γίνεται κάτι απλό, εύκολο στη διάθεσή σου. Ξοδεύεις ένα τέταρτο της ώρας, 20 λεπτά, για το ποιον να σκοτώσεις». Αυτό το απόσπασμα είναι από τον Αμι Αγιαλόν, ο οποίος ως επικεφαλής της Shin Bet στα τέλη της δεκαετίας του ’90 βοήθησε να περάσει ο οργανισμός στην ψηφιακή εποχή. Είπε επίσης στον Μπέργκμαν: «Το αποκαλώ κοινοτοπία του κακού».
Το Ισραήλ ούτε επιβεβαιώνει ούτε αρνείται την ύπαρξη του προγράμματος «στοχευμένων δολοφονιών» που τόσο επιμελώς τεκμηριώνει ο Μπέργκμαν.
Το βιβλίο του αμφισβητεί πάντως την προσέγγιση του Ισραήλ στην αντιμετώπιση του εχθρού στην αυλή του. «Οι κρυφές επιτυχίες της λογικής των επιλεκτικών φόνων, καταλήγει, ήταν τακτικές, όχι στρατηγικές… Σαν να είχε σταματήσει η ιστορία και να μην υπήρχε ανάγκη να λύσουμε το Παλαιστινιακό ζήτημα».
naftemporiki.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου